O συγγραφέας Τζορτζ Οργουελ υποστήριζε πως το ποδόσφαιρο είναι «πόλεμος χωρίς πυροβολισμούς».
Στη Λατινική Αμερική τέτοιες μέρες το 1969, βάλθηκαν να το
επιβεβαιώσουν με δραματικό τρόπο, και όχι μόνο με πυροβολισμούς, αλλά
και με βομβαρδισμούς!
Την ίδια χρονιά, δηλαδή, που ο άνθρωπος πατούσε το πόδι του στο φεγγάρι, με έπαθλο μία θέση στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970, δύο χώρες της Κεντρικής Λατινικής Αμερικής, η Ονδούρα και το Ελ Σαλβαδόρ, επρόκειτο να αναμετρηθούν σε αγώνες μπαράζ. Ο νικητής θα
κόντραρε την Αϊτή, για μια από τις 16 διαθέσιμες θέσεις για τη διοργάνωση του Μεξικού. Το παιχνίδι αυτό επονομάστηκε «ο πόλεμος του ποδοσφαίρου», αφού οι εξελίξεις του επιβεβαίωναν πως αυτό το παιχνίδι δεν είναι πάντα τόσο αθώο όσο θα όφειλε. Και, φυσικά, πίσω του δεν κρυβόταν μόνο η επιθυμία για πρόκριση σε ένα Μουντιάλ. Ήταν η εύκολη εξήγηση, αλλά η αλήθεια ήταν διαφορετική, με πολιτικές βλέψεις και μπόλικη μισαλλοδοξία.
Ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε αυτά τα κράτη κρατούσε για πολλά χρόνια. Οι δύο χώρες είχαν σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, όπως υπερπληθυσμός φτώχεια και εξάρτηση από τις γεωργικές δραστηριότητες. Την άνοιξη του 1969, περίπου 300.000 κάτοικοι του Σαλβαδόρ ζούσαν στην πολύ μεγαλύτερη έκταση του κράτους της Ονδούρας. Η παρουσία τους είχε αρχίσει να είναι ανεπιθύμητη και ψηφίστηκαν νόμοι για να τους στερήσουν το δικαίωμα να έχουν φάρμες. Στις 30 Απριλίου τους δόθηκε διορία ενός μήνα για να φύγουν από τη χώρα. Τον Μάιο οι κακές σχέσεις των δύο χωρών ήταν εμφανείς από τις επιθέσεις λάσπης ανάμεσά τους. Ο υπουργός Εξωτερικών της Ονδούρας συνέδεσε τη χρήση μίας οδοντόκρεμας που παραγόταν στο Ελ Σαλβαδόρ με την έξαρση οδοντιατρικών προβλημάτων σε παιδιά της χώρας του! Αντίστοιχα, οι αρχές του Ελ Σαλβαδόρ ισχυρίζονταν πως μία κρέμα μαλλιών που κατασκεύαζαν στην Ονδούρα, προκαλούσε πιτυρίδα! Αν θες να κάνεις την τρίχα τριχιά, είναι το ευκολότερο πράγμα.
Τον Ιούνιο, όταν είχε έρθει η ώρα των αναμετρήσεων των δύο εθνικών ομάδων, οι τόνοι είχαν ανέβει επικίνδυνα. Σε τέτοιο βαθμό, όμως, που δεν φανταζόταν κανείς τα ακόμη χειρότερα!
Ο πρώτος αγώνας έγινε στην Ονδούρα. Οι φιλοξενούμενοι κατέλυσαν στο ξενοδοχείο «Prado», όπου όλο το βράδυ δεν τους άφησαν να κλείσουν μάτι με σφυρίχτρες, βεγγαλικά και φωνές. Την επομένη, στον αγώνα, το Ελ Σαλβαδόρ ηττήθηκε με 1-0.
Μία 18χρονη κοπέλα, η Αμέλια Μπολάνιος αυτοκτόνησε παρακολουθώντας το ματς στην τηλεόραση, μην αντέχοντας την ήττα! Η κηδεία της έγινε δημοσία δαπάνη και έγινε σύμβολο της χώρας την ώρα που οι φωνές πλήθαιναν για εκδίκηση! Επτά μέρες αργότερα ήρθε η ώρα του επαναληπτικού. Με νίκη των γηπεδούχων θα γινόταν και τρίτος αγώνας, αφού δεν μετρούσε ο κανόνας των εκτός έδρας γκολ, αλλά μόνο οι βαθμοί της νίκης. Οι παίκτες της Ονδούρας έτυχαν ίδιας αντιμετώπισης το βράδυ της παραμονής του αγώνα. Πολλοί από τους εκδρομείς φιλάθλους της προτίμησαν, βλέποντας το εχθρικό κλίμα, να παρακολουθήσουν τον αγώνα από την τηλεόραση και να μην πάνε στο γήπεδο. Και μάλλον δικαιώθηκαν για την επιλογή τους, βλέποντας να πέφτουν πέτρες και ξύλα από τους αντίπαλους οπαδούς, ενώ η αστυνομία χρησιμοποίησε αντλίες νερού για να τους αντιμετωπίσει. Ο αγώνας ήταν μονόλογος και οι γηπεδούχοι καταιγιστικοί, επικρατώντας με 3-0, πετυχαίνοντας μάλιστα όλα τα τέρματα στο πρώτο ημίχρονο. Έτσι, όλα θα κρίνονταν στον αγώνα μπαράζ.
Στα επεισόδια που έγιναν στο Ελ Σαλβαδόρ τραυματίστηκαν μόνο δύο οπαδοί της Ονδούρας, ωστόσο αυτό ήταν αρκετό για τις εφημερίδες που «απάντησαν» με οργισμένα άρθρα. Την επομένη του αγώνα παραστρατιωτικές ομάδες της χώρας προχώρησαν σε έξωση αγροτών από το Ελ Σαλβαδόρ, οι οποίοι ζούσαν και εργάζονταν για πολλά χρόνια στα εδάφη της Ονδούρας. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι συνέρρευσαν πίσω στην πατρίδα τους – αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο τα γενικότερα προβλήματα, σε μία χώρα μάλιστα που ταλανιζόταν ήδη από τον υπερπληθυσμό!
Στις 26 Ιουνίου οι δύο χώρες διέκοψαν τις διπλωματικές τους σχέσεις. Τρεις μέρες μετά είχε φτάσει η ώρα του αγώνα μπαράζ για την πρόκριση στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ευτυχώς υπήρχε, έτσι και αλλιώς, η ψύχραιμη επιλογή του ουδέτερου εδάφους για τη διεξαγωγή του αγώνα, που έγινε στο στάδιο «Αζτέκα» του Μεξικού, παρουσία 1.700 Μεξικανών αστυνομικών.
Τηρουμένων των αναλογιών όσων είχαν προηγηθεί, ο αγώνας ήταν… ήσυχος. Μπορεί οι οπαδοί του Ελ Σαλβαδόρ να φώναζαν «Asesinos, asesinos» («Δολοφόνοι, δολοφόνοι»), ο φόβος όμως για συμπλοκές ανάμεσα στους 15.000 οπαδούς αποδείχτηκε αβάσιμος, ακόμη και όταν ο αγώνας οδηγήθηκε στην παράταση. Το Ελ Σαλβαδόρ πήρε τελικά τη νίκη με 3-2, σε ένα εξαιρετικό ματς που ποτέ δεν πήρε τα εύσημα που του αναλογούσαν, καθώς επισκιάστηκε από τα γεγονότα.
Στις αρχές Ιουλίου στρατεύματα από την Ονδούρα πέρασαν τα σύνορα του Ελ Σαλβαδόρ. Η πρώτη καυχιόταν πως είχε την καλύτερη αεροπορία στην περιοχή, αλλά στις 14 Ιουλίου ήταν το Ελ Σαλβαδόρ αυτό που προχώρησε σε επίθεση από αέρος στο αεροδρόμιο της πρωτεύουσας Τεγκουτσιγκάλπα. Αυτό έδωσε το έναυσμα για την έναρξη του «πολέμου για τo ποδόσφαιρο». Διήρκεσε τέσσερις μέρες, προτού η απειλή οικονομικού αποκλεισμού από τις ΗΠΑ αναγκάσει το Ελ Σαλβαδόρ να υποχωρήσει, έχοντας επιτύχει όμως μία σημαντική νίκη γοήτρου.
Οι μελετητές του πολέμου θεώρησαν πως ξεκίνησε λόγω των προβληματικών σχέσεων μεταξύ των αγροτών και των γαιοκτημόνων, των στρατιωτών και των πολιτών, και όχι λόγω μιας τόσο «ασήμαντης» αιτίας όπως το ποδόσφαιρο.
Και κάτι συμπληρωματικό: ο προπονητής του Ελ Σαλβαδόρ σε δέκα προκριματικούς αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου, απολύθηκε πριν αρχίσει το Μουντιάλ καθώς βρέθηκε στη μέση μίας διαμάχης των παικτών με την κυβέρνηση. Οι διεθνείς θεωρούσαν πως τους όφειλαν χρήματα, που τους είχαν υποσχεθεί ως πριμ πρόκρισης, αλλά η κυβέρνηση ισχυριζόταν πως τα πριμ θα έπρεπε να δοθούν για την αποκατάσταση των ζημιών του πολέμου, τον οποίο οι ποδοσφαιριστές προκάλεσαν!
Χ. Σωτηρακόπουλος για το aixmi
Την ίδια χρονιά, δηλαδή, που ο άνθρωπος πατούσε το πόδι του στο φεγγάρι, με έπαθλο μία θέση στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970, δύο χώρες της Κεντρικής Λατινικής Αμερικής, η Ονδούρα και το Ελ Σαλβαδόρ, επρόκειτο να αναμετρηθούν σε αγώνες μπαράζ. Ο νικητής θα
κόντραρε την Αϊτή, για μια από τις 16 διαθέσιμες θέσεις για τη διοργάνωση του Μεξικού. Το παιχνίδι αυτό επονομάστηκε «ο πόλεμος του ποδοσφαίρου», αφού οι εξελίξεις του επιβεβαίωναν πως αυτό το παιχνίδι δεν είναι πάντα τόσο αθώο όσο θα όφειλε. Και, φυσικά, πίσω του δεν κρυβόταν μόνο η επιθυμία για πρόκριση σε ένα Μουντιάλ. Ήταν η εύκολη εξήγηση, αλλά η αλήθεια ήταν διαφορετική, με πολιτικές βλέψεις και μπόλικη μισαλλοδοξία.
Ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε αυτά τα κράτη κρατούσε για πολλά χρόνια. Οι δύο χώρες είχαν σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, όπως υπερπληθυσμός φτώχεια και εξάρτηση από τις γεωργικές δραστηριότητες. Την άνοιξη του 1969, περίπου 300.000 κάτοικοι του Σαλβαδόρ ζούσαν στην πολύ μεγαλύτερη έκταση του κράτους της Ονδούρας. Η παρουσία τους είχε αρχίσει να είναι ανεπιθύμητη και ψηφίστηκαν νόμοι για να τους στερήσουν το δικαίωμα να έχουν φάρμες. Στις 30 Απριλίου τους δόθηκε διορία ενός μήνα για να φύγουν από τη χώρα. Τον Μάιο οι κακές σχέσεις των δύο χωρών ήταν εμφανείς από τις επιθέσεις λάσπης ανάμεσά τους. Ο υπουργός Εξωτερικών της Ονδούρας συνέδεσε τη χρήση μίας οδοντόκρεμας που παραγόταν στο Ελ Σαλβαδόρ με την έξαρση οδοντιατρικών προβλημάτων σε παιδιά της χώρας του! Αντίστοιχα, οι αρχές του Ελ Σαλβαδόρ ισχυρίζονταν πως μία κρέμα μαλλιών που κατασκεύαζαν στην Ονδούρα, προκαλούσε πιτυρίδα! Αν θες να κάνεις την τρίχα τριχιά, είναι το ευκολότερο πράγμα.
Τον Ιούνιο, όταν είχε έρθει η ώρα των αναμετρήσεων των δύο εθνικών ομάδων, οι τόνοι είχαν ανέβει επικίνδυνα. Σε τέτοιο βαθμό, όμως, που δεν φανταζόταν κανείς τα ακόμη χειρότερα!
Ο πρώτος αγώνας έγινε στην Ονδούρα. Οι φιλοξενούμενοι κατέλυσαν στο ξενοδοχείο «Prado», όπου όλο το βράδυ δεν τους άφησαν να κλείσουν μάτι με σφυρίχτρες, βεγγαλικά και φωνές. Την επομένη, στον αγώνα, το Ελ Σαλβαδόρ ηττήθηκε με 1-0.
Μία 18χρονη κοπέλα, η Αμέλια Μπολάνιος αυτοκτόνησε παρακολουθώντας το ματς στην τηλεόραση, μην αντέχοντας την ήττα! Η κηδεία της έγινε δημοσία δαπάνη και έγινε σύμβολο της χώρας την ώρα που οι φωνές πλήθαιναν για εκδίκηση! Επτά μέρες αργότερα ήρθε η ώρα του επαναληπτικού. Με νίκη των γηπεδούχων θα γινόταν και τρίτος αγώνας, αφού δεν μετρούσε ο κανόνας των εκτός έδρας γκολ, αλλά μόνο οι βαθμοί της νίκης. Οι παίκτες της Ονδούρας έτυχαν ίδιας αντιμετώπισης το βράδυ της παραμονής του αγώνα. Πολλοί από τους εκδρομείς φιλάθλους της προτίμησαν, βλέποντας το εχθρικό κλίμα, να παρακολουθήσουν τον αγώνα από την τηλεόραση και να μην πάνε στο γήπεδο. Και μάλλον δικαιώθηκαν για την επιλογή τους, βλέποντας να πέφτουν πέτρες και ξύλα από τους αντίπαλους οπαδούς, ενώ η αστυνομία χρησιμοποίησε αντλίες νερού για να τους αντιμετωπίσει. Ο αγώνας ήταν μονόλογος και οι γηπεδούχοι καταιγιστικοί, επικρατώντας με 3-0, πετυχαίνοντας μάλιστα όλα τα τέρματα στο πρώτο ημίχρονο. Έτσι, όλα θα κρίνονταν στον αγώνα μπαράζ.
Στα επεισόδια που έγιναν στο Ελ Σαλβαδόρ τραυματίστηκαν μόνο δύο οπαδοί της Ονδούρας, ωστόσο αυτό ήταν αρκετό για τις εφημερίδες που «απάντησαν» με οργισμένα άρθρα. Την επομένη του αγώνα παραστρατιωτικές ομάδες της χώρας προχώρησαν σε έξωση αγροτών από το Ελ Σαλβαδόρ, οι οποίοι ζούσαν και εργάζονταν για πολλά χρόνια στα εδάφη της Ονδούρας. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι συνέρρευσαν πίσω στην πατρίδα τους – αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο τα γενικότερα προβλήματα, σε μία χώρα μάλιστα που ταλανιζόταν ήδη από τον υπερπληθυσμό!
Στις 26 Ιουνίου οι δύο χώρες διέκοψαν τις διπλωματικές τους σχέσεις. Τρεις μέρες μετά είχε φτάσει η ώρα του αγώνα μπαράζ για την πρόκριση στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ευτυχώς υπήρχε, έτσι και αλλιώς, η ψύχραιμη επιλογή του ουδέτερου εδάφους για τη διεξαγωγή του αγώνα, που έγινε στο στάδιο «Αζτέκα» του Μεξικού, παρουσία 1.700 Μεξικανών αστυνομικών.
Τηρουμένων των αναλογιών όσων είχαν προηγηθεί, ο αγώνας ήταν… ήσυχος. Μπορεί οι οπαδοί του Ελ Σαλβαδόρ να φώναζαν «Asesinos, asesinos» («Δολοφόνοι, δολοφόνοι»), ο φόβος όμως για συμπλοκές ανάμεσα στους 15.000 οπαδούς αποδείχτηκε αβάσιμος, ακόμη και όταν ο αγώνας οδηγήθηκε στην παράταση. Το Ελ Σαλβαδόρ πήρε τελικά τη νίκη με 3-2, σε ένα εξαιρετικό ματς που ποτέ δεν πήρε τα εύσημα που του αναλογούσαν, καθώς επισκιάστηκε από τα γεγονότα.
Στις αρχές Ιουλίου στρατεύματα από την Ονδούρα πέρασαν τα σύνορα του Ελ Σαλβαδόρ. Η πρώτη καυχιόταν πως είχε την καλύτερη αεροπορία στην περιοχή, αλλά στις 14 Ιουλίου ήταν το Ελ Σαλβαδόρ αυτό που προχώρησε σε επίθεση από αέρος στο αεροδρόμιο της πρωτεύουσας Τεγκουτσιγκάλπα. Αυτό έδωσε το έναυσμα για την έναρξη του «πολέμου για τo ποδόσφαιρο». Διήρκεσε τέσσερις μέρες, προτού η απειλή οικονομικού αποκλεισμού από τις ΗΠΑ αναγκάσει το Ελ Σαλβαδόρ να υποχωρήσει, έχοντας επιτύχει όμως μία σημαντική νίκη γοήτρου.
Οι μελετητές του πολέμου θεώρησαν πως ξεκίνησε λόγω των προβληματικών σχέσεων μεταξύ των αγροτών και των γαιοκτημόνων, των στρατιωτών και των πολιτών, και όχι λόγω μιας τόσο «ασήμαντης» αιτίας όπως το ποδόσφαιρο.
Και κάτι συμπληρωματικό: ο προπονητής του Ελ Σαλβαδόρ σε δέκα προκριματικούς αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου, απολύθηκε πριν αρχίσει το Μουντιάλ καθώς βρέθηκε στη μέση μίας διαμάχης των παικτών με την κυβέρνηση. Οι διεθνείς θεωρούσαν πως τους όφειλαν χρήματα, που τους είχαν υποσχεθεί ως πριμ πρόκρισης, αλλά η κυβέρνηση ισχυριζόταν πως τα πριμ θα έπρεπε να δοθούν για την αποκατάσταση των ζημιών του πολέμου, τον οποίο οι ποδοσφαιριστές προκάλεσαν!
Χ. Σωτηρακόπουλος για το aixmi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το Loutraki One σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά προτιμά τα Eλληνικά και όχι τα greeklish, το χιούμορ και όχι τις ύβρεις.
Επειδή το Loutraki One πιστεύει στη δύναμη του διαλόγου, αλλά όχι στην εμπαθή και στείρα αντιπαράθεση μόνο για το θεαθήναι, διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια που είναι υπέρ το δέον υβριστικά ή άσχετα με το άρθρο, που αναφέρονται σε προσωπικά δεδομένα τoυ αρθρογράφoυ ή που δεν περιέχουν το e-mail του αποστολέα. Tο email των αποστολέων σχολίων δεν εμφανίζεται δημόσια.